ιδωμένος

формы словаβ
ιδωμένος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ιδωμένος? —


ορογραφίααπωθώτραχειίτιςαπαβγουλιάζωδιάφωνοςζάρωμακρυχέρηςπαράτονοςφαιο-μπουμπούκιασμααγχιστείααιμομίκτριαγατάκιμπακάμιαντικρούστηςπαρασπόνδησηφωτέϊγαγκλίτσααόρισταμακροπρόθεσμοςεισορμίζομαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit