Новогреческий словарь
ασημί
ασημί
το :
~ χρώμα — серебристый цвет
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ασημί
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ιατροδικαστής
—
πρωϊμιές
—
αναθεμάτισμα
—
τρυφώ
—
άθλια
—
μεσολαβητικός
—
αμυγδαλόψιχα
—
υποβρύχιο
—
γείσωμα
—
τραχεισκός
—
θώρι
—
νικοτινικός
—
αλληλεξάρτηση
—
ευποίητος
—
εξαγνιστήριος
—
ξυπολάω
—
λουτρικό
—
χνοασμός
—
μετατοπίζω
—
μεροφάγι
—
ιουλιανά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве