|
το заграничный паспорт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово заграничный паспорт? — διαβατήριο как с (ново)греческого переводится слово διαβατήριο? — заграничный паспорт — λευκοϊκτίδα — ολιγόλεπτος — Αυστριακή — αντιαλγικός — ασύγχυτος — ανύφαντος — τοιχωρυχος — αγάλια — τρομοκράτης — γουβός — ανθυπίλαρχος — ντερτιλής — λεβάρισμα — αγνωστικίστρια — γονατισιά — καλογεράκι — φιαλοθήκη — όαση — ξινούτσικος — στραβοδίβολος — μεθοκόπημα |
|||