Новогреческий словарь
πολεμίζω
πολεμίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολεμίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μεσημέριασμα
—
γενικός
—
ονειροπόληση
—
καλαθοσφαιριστής
—
γελαδάρης
—
πέδικλο
—
διαιρετός
—
αναπόλυτος
—
σφαγή
—
οντογένεση
—
δωδέκατο
—
πουαντιλλισμός
—
απαγχόνιση
—
ξυλόψειρα
—
καταμούτσουνα
—
ρεζίλης
—
αιματοποτίζω
—
ονειρεμένος
—
συσχετίζω
—
επιπλέον
—
μάκινα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве