|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βρομισμένος? — — αεροδρομικός — θράκια — κόκαλο — αποδιώχνω — αλευροβιομηχανία — αδιαντροπιά — κομπορρήμων — ανειδοποίητος — παρακλάδι — ξαπλωτά — αστυνομεύω — δορά — λάμψη — ελαιουργείον — αντεπισκέπτομαι — γουλιανός — γαλακτώδης — ισόθεος — δεξαμενή — χαράττω — βιβλιονόμος |
|||