|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αυτοϊκανοποιούμαι? — — τούρλα — εξωδίκως — αντέφεσις — νόρια — μηλοφάγος — πεθαίνω — προαγωγικός — γερανάκι — παιδαρέλι — εφορεία — δυσκολοπρόφερτος — μάθηση — ξεκούραστος — υπολείπομαι — αξόνιος — διπλοσήμαντος — αποκαρδιώνω — επιστήθιον — διάνοιξη — βαρεμένος — κηρόχρόυς |
|||