αυτοϊκανοποιούμαι

формы словаβ
αυτοϊκανοποιούμαι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αυτοϊκανοποιούμαι? —


τούρλαεξωδίκωςαντέφεσιςνόριαμηλοφάγοςπεθαίνωπροαγωγικόςγερανάκιπαιδαρέλιεφορείαδυσκολοπρόφερτοςμάθησηξεκούραστοςυπολείπομαιαξόνιοςδιπλοσήμαντοςαποκαρδιώνωεπιστήθιονδιάνοιξηβαρεμένοςκηρόχρόυς




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit