|
η алыча (дерево) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово алыча? — κορομηλέα как с (ново)греческого переводится слово κορομηλέα? — алыча — άβρετος — πανδημία — πρισματικός — υπώνυμο — κατοπτευτήριο — αποχωρισμός — σιμιτζής — εξείπον — μπόλια — διατάζω — γουρνιάζω — αφορίζω — δυσκραής — άγδαρτος — πάθημα — σινιόρ — ηχογράφία — ισχιαλγία — βρόντημα — ωχροκίτρινος — αξύλευτος |
|||