Новогреческий словарь
πλατειασμός
πλατειασμός
ο
пространность, растянутость
(речи)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пространность
? —
πλατειασμός
как на
(ново)греческом
будет слово
растянутость
? —
πλατειασμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
πλατειασμός
? — пространность, растянутость
#
(ново)греческий словарь
—
σκουπόχορτο
—
κεραμιδένιος
—
φευγατίζω
—
στραπόρτο
—
νέτος
—
καπνοσακούλα
—
ψιθυρίζω
—
προβαδίζω
—
αιώνια
—
μικρανεψιά
—
καταπίστευση
—
ζωοκομία
—
κυλιάμενος
—
αψύλλιαστος
—
αντρόπιαστος
—
δυσκολαίνω
—
λαγαρίζω
—
κοράλλι
—
λεμπλεμπί
—
αδιάστροφος
—
σελασφόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω