|
η 1) номинальный пирог; 2) поминки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово номинальный пирог? — μακαριά как на (ново)греческом будет слово поминки? — μακαριά как с (ново)греческого переводится слово μακαριά? — номинальный пирог, поминки — χιρσφελδία — αναρροφητικός — αποθησαυριστής — γραβάτα — δαμαστικός — επιφώνηση — απορητικός — κομιτάτο — υποστροφή — κεραμιδάς — ζαμπαρόλα — ρέπια — μετακίνηση — μαρμαροθέτημα — εφημέρευση — συγκομιστής — καλαίσθητος — ψιακάτης — ιέρισσα — απανωτιαστά — δακτυλογραφούμαι |
|||