|
требовать взамен #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово требовать взамен? — αταιτώ как с (ново)греческого переводится слово αταιτώ? — требовать взамен — αλκοολούχος — γκουστέρα — ελλείπω — κουλλαμάρα — μειώ — αεροδικείο — επίστρωτος — αναρίγημα — αποκτηνώνω — σύν- — ηλιοτροπικός — βαζάκι — πρυτανεύω — χειμαδιό — εντεροτομία — σακαράκα — απασχολημένος — μύκης — γαργάρισμα — καλαθιάζω — υποβλητός |
|||