|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πυρπολημένος? — — διαμονή — δικτυόδρομος — χαρτοπαιξία — υδροτεχνία — χαρακτηριστικά — ασιανός — ευκολοσήκωτος — ηγγυημένος — ξυλοσοφία — αναξιοπαθών — Λεττονή — χημειοτροπικός — μαξιμαλισμός — γαμήλιος — ξεχωριστός — γεμίζω — κεφαλόβρυση — εποχέτευση — ανοπλωρίζω — αλυκή — γριά |
|||