|
το церк. отпущение грехов; === μπουκιά και ~ — пальчики оближешь (о вкусной еде) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отпущение грехов? — συγχώριο как с (ново)греческого переводится слово συγχώριο? — отпущение грехов — ανοχή — ροβόλημα — ασημί — σέλωμα — εξαμματίζω — ειρωνικός — κοσμοϊστορικός — φαρδαίνω — πρασόπιτα — κομβιοδόχη — τέμπο — εξωφρενικός — σουρτούκεμα — ραδιολόγος — τσουκανίζω — ακοίταχτος — άθελος — ανάστροφη — αμέριμνος — γδικούμαι — νίτρο |
|||