|
το 1) телёнок; 2) телятина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово телёнок? — μοσχαράκι как на (ново)греческом будет слово телятина? — μοσχαράκι как с (ново)греческого переводится слово μοσχαράκι? — телёнок, телятина — συννεφώδης — κακότεχνος — ασκημάδα — ξετραχηλισμένος — ξεπουπούλλιασμα — εξανεμώ — μεζεδάδικο — έκρινα — αλέτρισμα — ωοτάριχον — πτωχοπροδρομισμός — αργυρόχρους — προνευστάζω — μπαστούνι — κολλιαντζιάρης — ανθηρότητα — ακτινολογικός — στουπιάζω — γουρλωτός — παρογνωρίζω — τσικλητάρα |
|||