δημοκοπικά

формы словаβ
δημοκοπικά



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово δημοκοπικά? —


υπερβατόυαλοποίησηκαρδάμωμαλουλουδικόιπποτροφείογλυκοκοιμάμαιδιαδρομεύςανεξαρτοποιούμαιαμύλαξινόμηλολάβδανορητορικήλιγώνομαιπενηνταρίζωμονίτωραμλετισμόςγυψάςρωσοελληνικόςμπόρτζιδωρεοδόχοςαίλουρος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit