Новогреческий словарь
εξανέστην
εξανέστην
αόρ. от εξανίσταμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξανέστην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κατά
—
δαγκωτός
—
φευκτέος
—
σκούντημα
—
τρέπω
—
ξανα-
—
παιδαγωγώ
—
καρνάβαλος
—
Γενάρης
—
φλιτζανάκι
—
βρύζα
—
αβελόνιαστος
—
διπλοσήμαντος
—
συμμοριακός
—
ευσπλαχνία
—
φλεγμονικός
—
θωρακοπλαστική
—
ευνοούμαι
—
κρυστάλλωμα
—
επαναστατικότητα
—
πισωκωλώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве