|
ο должник, дебитор (фин.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово должник? — χρεώστης как на (ново)греческом будет слово дебитор? — χρεώστης как с (ново)греческого переводится слово χρεώστης? — должник, дебитор — ακοομέτρης — ανταγιάντιστος — αδιακόσμητος — αφαντασίωτος — σιχασιά — ερμηνευτής — γδούπος — απτικός — επιτηδευματίας — φυσηξιά — — τσαγερία — ανοίκειος — ανεξαρτοποιημένος — ατριγύριστος — Λ — απηλογιούμαι — αναπαράγομαι — καλίφης — άχτιστος — καλύπτρα |
|||