|
η дактилоскопия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дактилоскопия? — δακτυλοτυπία как с (ново)греческого переводится слово δακτυλοτυπία? — дактилоскопия — εχθρικός — παράχρηση — μπεκρής — σγουρός — ανευρίαστος — χοώδης — βιοκλιματολογία — στεναξιά — αγαπιάρης — συρφετός — στροφίς — χειλικός — ανταπεργία — εύκνημος — συνουσιάζομαι — πολυμαθής — ανθόρροια — νεοπλασία — θερμοστάτης — παραθυρόφυλλο — φώνασμα |
|||