Новогреческий словарь
θειότητα
θειότητα
η
божество
(тж. перен.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
божество
? —
θειότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
θειότητα
? — божество
#
(ново)греческий словарь
—
πιτσίλισμα
—
υπόδεση
—
σμαραδόχρους
—
νυφικός
—
καλονοιάζομαι
—
προτεσταντικός
—
Αίολος
—
κανταδόρισσα
—
τσαρδάκι
—
κακκαδιάζω
—
μονοκρατορία
—
υδροθεραπεία
—
θρηνώδης
—
προσθαλασσώνω
—
γιγαντεύω
—
συμπεριληπτικός
—
επτάπλευρον
—
αφιλόνικος
—
σπεκουλάρισμα
—
κλίνη
—
διμέτωπος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве