|
το прям., перен. червоточина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово червоточина? — σαρακοφάγωμα как с (ново)греческого переводится слово σαρακοφάγωμα? — червоточина — πιεστικός — πασσαλόκτιστος — σπονδυλωτά — τρίδιπλος — καθίσταμαι — μικρολογώ — ήθος — επισκεψιμότητα — πολυδάκτυλος — αρνίκη — καμωματαράς — αυτοστιγμεί — εφυάλωμα — ανερρούσα — Αρωμούνος — υπερχαίρω — αλληλένδετο — παστίτσιο — νίψις — συλλοβόγριφος — γλυκομιλώ |
|||