|
το смерть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово смерть? — κακκάρωμα как с (ново)греческого переводится слово κακκάρωμα? — смерть — νικιέμαι — επιστολογραφικός — δευτερόλεφτο — σταφυλίτης — συνοικισμός — κιργίσιος — επταπέταλος — ιδεάζομαι — πολιτισμένος — κοντόμερος — πυρογενής — ηωζωικός — πολύεδρο — καρβουνιάζω — ατομικισμός — λευκοπάθεια — αμπελόχα — κοκόπαθος — έλατος — αντεξετάζω — λαύρα |
|||