|
το гектоватт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гектоватт? — εκτοβάτ как с (ново)греческого переводится слово εκτοβάτ? — гектоватт — ανενταφίαστος — κρασόλασπη — αυγάτισμα — αστόχαστα — δουκέσσα — ψυχοπονάω — λαμπρότητα — μεταλλακτήρας — ιδανισμός — αυτοτομία — διαιρούμαι — κλίνω — αντιαλκοολικός — μπηχτός — αυγοειδής — εξελιγμένος — υποστρώνω — μπάτσα — κήρυγμα — πλιάτσικο — περιήλιο |
|||