|
το монета в двадцать лепт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово монета в двадцать лепт? — εικοσαράκι как с (ново)греческого переводится слово εικοσαράκι? — монета в двадцать лепт — συστηματοποιούμαι — ρήξη — δεκάς — γανιάδα — λεβεντιά — απόστρατος — νοτίζω — ελαιομαργαρίνη — προσωπιδοφορία — κοψοκεφαλιάζω — υπομονή — εμβολίζω — πιστοποιούμαι — δημότις — διπολικός — εξάμηνο — πιπίνι — δυσεπίλυτος — βαρελίσιος — θερμοστάτης — ποινικός |
|||