|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοσμήτωρ? — — ξύω — θράκια — ερυθρίοση — ρεγχασμός — ανόστεος — εκκόκκιση — τρύζω — ημικατεστραμμένος — αιγοκλέπτης — καλυμμαύχιο — ξεστουπώνω — αναστέλλουσα — υδραεροπλάνο — ελαιοφόρος — σφιχτόκωλος — αυτοσχέδιος — αφραγκία — κανονιέρης — γαλέττα — τοιούτος — πεδουκλία |
|||