|
Столовый прибор #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαχαιροπίρουνο? — — ασφύριχτος — νταβανώνω — μαστοράντζα — ξύρισμα — κατρακυλιστός — προσαυξητικός — φτωχολόι — μπακανιάζω — ευχετικός — βουργάρικος — ξανοστεύω — εθνικιστής — υαλοπίνακας — εμπορορρόπτης — αγγειοσυσταλτικός — μεράδι — ταχυγράφος — αναπαμός — πλατυκέφαλος — αθυρματοποιός — ελεφαντουργία |
|||