|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βοστρύχωση? — — παρακαταθήκη — φαινόλη — γουστέρα — φακός — κονσερβοποιία — εκατοντάδα — ευδιάβλητος — φεσώνω — γαιοκτήμονας — ανθρακοφορτίον — εισπηδώ — γειτονεύω — άγογγυση — λιπαντικό — σεληνοτροπισμός — τριαντάρης — κέδρινος — ξελουριάζω — αποκτηνωτικός — αυτομαστίγωση — ορφάνεμα |
|||