|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κρανιοτομή? — — αραχνούφαντος — παραμαζεύω — δεντροφύτεμα — ιλυόλουτρον — αρκτοκέφαλος — ονομασιολογία — βλεφαρικός — αχλαδιά — κλαρίνο — μαντάτευμα — γιαουρτάς — πρωτεύοντα — έπαρση — αρζαντάν — μεσουρανώ — αρριβίστρια — κρεβατοκάμαρη — κατασβύνω — τσεχοσλοβακικός — αναχόρταγος — ξαντός |
|||