|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φυσιογνώστης? — — ασύχναστα — βλεφαρίτιδα — αντίπλους — ακατατόπιστος — σαρκολαβίδα — καρδάμωμα — λυπημός — ασυνάντητος — παραγεράζω — ιντερβιού — βαριεστιμάρα — δεκαεπταετής — αμοιβοειδής — καρβονικός — αξίππαστος — φλεβαρήσιος — άδελφατο — δραματοποίηση — αφρός — αιφνιδιάζω — ελικηδόν |
|||