|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τετράφυλλος? — — εισπηδώ — οροσειρά — φουξίνη — ταχογράφος — λοκόπερδον — στρυφνότητα — οδοντοπάθεια — αρίγγη — ρύσις — ακαδένιαστος — μολυβοκόντυλο — κρυσταλλωτικός — άχροος — σαμόλαδο — φροκαλίδια — αρχοντογιός — αναχωματίζω — ρεζές — λουλουδάω — ερημώνω — γαιανθρακούχος |
|||