|
το декольте #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово декольте? — ντεκολτέ как с (ново)греческого переводится слово ντεκολτέ? — декольте — χελωνόστρακον — ολπίζω — διασταυρώνοντας — μεθύλιο — ξεντύνω — κατελώ — όχι — κωλότριχα — εκλιπαρώ — κλειδαράδικο — αθηναίικος — βωλοειδής — Απρ. — θσλοσσόνερο — δίριχτος — ξαγρύπνημα — κραδαντήρ — αλμυρίζω — βελοθήκη — περιφορά — αραμπατζής |
|||