|
η еврейка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово еврейка? — εβραίϊσσα как с (ново)греческого переводится слово εβραίϊσσα? — еврейка — επιχείρημα — καθαρεύουσα — φοινικίς — αφάρμακος — μοιχεύω — δυναμιτιστής — αναδιπλωμένος — κατοπινάρικο — κουτσομπολειό — απεκείθε — επιδερμοφοτία — χνοάζω — απονερουλιασμένος — πλατσομύτης — τσίφτης — αλογοπάζαρο — ζωηράδα — σόλφέτζιο — ψέκασμα — ανεξερεύνητος — μιτάρισμα |
|||