Новогреческий словарь
μεσοκαιρίτης
μεσοκαιρίτης
ο
человек средних лет
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
человек средних лет
? —
μεσοκαιρίτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
μεσοκαιρίτης
? — человек средних лет
#
(ново)греческий словарь
—
τρύπησιά
—
σταχομαζώχτρα
—
κανακεύομαι
—
απάστωτος
—
ειρηνοφόρος
—
κοινότοπος
—
αναλαμβάνω
—
παρομοιώνω
—
αυτοφαγία
—
μωρολόγημα
—
οδονταλγία
—
ξοδευτής
—
δυνατά
—
ιεροτελεστικός
—
λεονταρήσιος
—
ανεπίληπτος
—
αιματοθεραπεία
—
ξέφρενος
—
αναπάψιμο
—
σφυγμομετρώ
—
λείμαξ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве