|
ο, η криминалист, криминалистка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово криминалист? — εγκληματολόγος как на (ново)греческом будет слово криминалистка? — εγκληματολόγος как с (ново)греческого переводится слово εγκληματολόγος? — криминалист, криминалистка — υδρομέτρης — αρσενικίαση — θεόκλειστος — βάμμα — αποκυλιούμαι — ποδοπάτημα — φωνοταινία — εφτάκοιλο — αδηλοποίητος — δυσμίμητος — μόδα — Άρειος Πάγος — αγιάζω — υποτιμώμαι — παλιατζούρα — διασκευάζω — σήραγγα — μείων — ξεμέθυστος — ταξίδι — πλανεύτρα |
|||