Новогреческий словарь
μονοήμερος
μονοήμερ|ος
однодневный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
однодневный
? —
μονοήμερος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονοήμερος
? — однодневный
#
(ново)греческий словарь
—
παρασιώπηση
—
επιδρώ
—
ρότα
—
περιουσιακός
—
θροφή
—
τροφοδοτώ
—
φυλακάτορας
—
πολυγράφηση
—
γυψοκονία
—
ενοριακός
—
σενάριο
—
ικτίδα
—
αγκύλωμα
—
επίνεμα
—
δυσκολοκίνητος
—
τονίζω
—
αποδυναμωτικός
—
αιώνιος
—
ανακαινιστικός
—
ζαργάνα
—
βραδύνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве