Новогреческий словарь
ανετρομαλίζομαι
ανετρομαλίζομαι
дрожать от холода
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дрожать от холода
? —
ανετρομαλίζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανετρομαλίζομαι
? — дрожать от холода
#
(ново)греческий словарь
—
μονημεριάτικος
—
πανηγυρτζήδικος
—
κορύφωμα
—
ενδρομίς
—
ακέρωτος
—
άστρινος
—
εκφράξη
—
απέκκριση
—
αδέκαστα
—
δημοσυντήρητος
—
νεοφυής
—
υποστέλλω
—
ηρωϊκός
—
μηδέν
—
μαυροθαλασσίτικος
—
σύντας
—
σαρκολαβίδα
—
φεγγαροκατέβατος
—
σκλήρωμα
—
ελαιοφόρος
—
πεπονόσπορος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве