Новогреческий словарь
εξάγομαι
εξάγομαι
:
εξάγεται — [phrase]можно сделать вывод, следует..., вытекает...[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξάγομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πολυβολών
—
χρονοσκόπιον
—
αιμοδιάγραμμα
—
βεργασούρα
—
τρυπώνω
—
χορτόπλινθος
—
ξεκουτιαίνομαι
—
χασμάς
—
φρόκαλο
—
αβλεπής
—
εμπορομηχανικός
—
υπέρλομπρος
—
κακόγουστος
—
άς
—
διαβίβαση
—
μπέκ
—
βαρκούλα
—
ευσπλαχνικός
—
στένω
—
επινεφριδικός
—
σούρωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве