|
το куница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово куница? — κουνάβι как с (ново)греческого переводится слово κουνάβι? — куница — ασυνεχής — ασβεστώδης — χολοποιητικός — γραμμικά — προτίθεμαι — προφυλαγμένος — εμπύριον — ευπάθεια — μειλίγματα — λάθρα — σβουριχτός — έιπα — τροχόσπιτο — ναυτία — σφυρόν — πάλη — ενεπάγην — αναγνώθω — αδελφοφάγωμα — επιφατνίδιος — ανακουνιέμαι |
|||