|
(-εως) η щедрое наделение (кого-л. чем-л.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово щедрое наделение? — επιδαψίλευση как с (ново)греческого переводится слово επιδαψίλευση? — щедрое наделение — γοερότης — καρδιά — κτηματαγορά — μακάβριος — μουσουνίζω — καταπλήσσω — φροκαλίζω — Αργεντινέζα — ταμίας — λυμφατικός — ανεμομιλιά — κόντημα — δρύφρακτο — αθλήτρια — σουγιαδάκι — μορφογένεση — ρουφηχτός — αποκτώ — προκομμένος — χρωμιούχος — κάτωχρος |
|||