|
присвоить докторскую степень #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово присвоить докторскую степень? — αναγορεύομαι διδάκτωρ как с (ново)греческого переводится слово αναγορεύομαι διδάκτωρ? — присвоить докторскую степень — γούρλωμα — ευνουχιστής — ζούρα — συσπουδάζω — λιβάδι — πρόκληση — καζουϊστική — κοντομύτης — ανατόμος — υδροσκόπος — αλμυρόγεως — υπερβασία — φεγγαρίσιος — απόγαιος — σπαθισμός — κυρία — καμαροφρύδης — κουμπούρι — ευφλογιστία — μπαγιατίλα — αυγουστίνος |
|||