Новогреческий словарь
τσιμπούσι
τσιμπούσι
το
пир
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пир
? —
τσιμπούσι
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσιμπούσι
? — пир
#
(ново)греческий словарь
—
λασπώνομαι
—
ιστιοραφίδα
—
ανάπιασμα
—
συμφιλιωτικός
—
γέλοιο
—
πλύση
—
οριστικός
—
μαργαρένιος
—
ουτοπίστρια
—
τετράδιπλος
—
ξεστρίβομαι
—
ακόρεστος
—
νοννά
—
βυζίον
—
ανθύλλιον
—
υποβλητός
—
γραυς
—
μεταβιβασμός
—
δερνοκοπιέμαι
—
διακόνι
—
υποδεκάλιτρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве