|
ο кадриль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кадриль? — τετράχορος как с (ново)греческого переводится слово τετράχορος? — кадриль — λερός — μυθολόγος — συγκατάθεση — τσουλί — υννί — χαλκούργός — σαλπιχτής — σεσημασμένος — διακοσμώ — αναθεραπεύω — λουμπάρδα — μπρούντζος — σχοίνινος — αστρομαντική — αμοιριά — χοροπηδητό — υστερογενής — μαστωδυνία — επαρχία — πάνθεο — ευθέτως |
|||