|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξορκισμός? — — εκατονταετηρίδα — μπαχτσές — στειροσύνη — πετρελαιοπηγή — βελόνιασμα — συγγραφικός — ξεχαημένος — αιματοποίησις — πρωτόπειρος — προσαγωγή — χάφτω — περιπολία — παρατραβάω — κοινωνικοποιούμαι — ανυποτίμητος — προσδιορίζω — ανάτριψις — διάβημα — ψάρεμα — εορταστικά — ρητινοφόρος |
|||