|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποικοιμισμένος? — — πίσωθε — περιηγητής — αρμάθιασμα — κτήση — ψιλοτραγουδάω — τσιμπολογώ — ισλανδικός — αρκετός — αχρησία — ονομαστός — έμμοχθος — εκπλέω — αυτοκινητοδρομία — τεϊοθήκη — κουρελού — λαυριώτης — αγυάλιστος — πληρώ — σβέντζος — ζουζούνα — κάλιο |
|||