|
томатная паста #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово томатная паста? — τοματοπολτός как с (ново)греческого переводится слово τοματοπολτός? — томатная паста — αντίκειμαι — γραμματεύω — επίταση — διασκορπίζομαι — Μαυρομμάτης — καφασωτός — πάν — αμνημοσύνη — εκκόπτω — αισθητικότητα — πολυμορφικός — ενδημία — αμαξάλογο — εγχώριος — γκάλοπ — καρπώνομαι — βουτσάδικο — απριλιάτικος — συνταράζω — γιουβετσάδα — αδηλο |
|||