|
ο 1) факир; 2) фаталист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово факир? — φακίρης как на (ново)греческом будет слово фаталист? — φακίρης как с (ново)греческого переводится слово φακίρης? — факир, фаталист — δυσφήμηση — Οχτώβρης — ζωγραφιά — μισάνθρωπος — ρηχός — χειλαράς — σημείο — αυγολέμονο — σπολλάτη — λίπανση — μοιρολόγι — Ελλάδα — ξεκαπακώνω — γραιγολεβάντης — περιτραχήλιο — σανιδόφρακτος — απόγειος — διανόημα — βοϊδάμαξο — αζάλωτος — ακανθόριος |
|||