|
η (чаще мн.ч. ) последствия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово последствия? — επίπτωση как с (ново)греческого переводится слово επίπτωση? — последствия — υποσκάπτω — τρίγωνο — ανάσασμα — λαρυγγικός — φτεροκόπημα — ιεροσυλώ — συνεισφέρων — απομέσα — αξιομίσητος — αποθολάσσωση — ξανανιώνω — λιγουδιάρης — διμερής — χολοστεαρίνη — πασχαλιάτικος — φτύσιμο — γραφικός — σαρακοστιάτικος — άρτηκας — ανάσκητος — προηγουμένως |
|||