|
η никотин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово никотин? — νικοτίνη как с (ново)греческого переводится слово νικοτίνη? — никотин — ακόντισμα — ένεμα — πλουσιοκόριτσο — δίμορφος — ακληρία — ισοθερμικός — καζάντισμα — απανωσιά — λαθροχειρώ — οξεία — αλατερή — προπάτορας — γλείφω — αναγκαστικότητα — διπλασίασμα — λουκέτο — δημοτική — ενδύω — κσσσιτερουργός — σκεπαστός — μπεζερίζω |
|||