|
η мушмула (дерево) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мушмула? — μεσπιλέα как с (ново)греческого переводится слово μεσπιλέα? — мушмула — ψυχρότητα — διαλαλήτρια — κρυσταλλοειδής — ερημοκλήσι — αστρομαντεία — πατωσιά — αγρεύσιμος — χρυσοτόκος — αναντικατάστατος — σκεπαστήριον — γλευκαγωγός — μαρτυριάρης — ανδρόγυνος — ενοφθαλμία — αναμεσίς — ξαντεριάζω — διαπερατότητα — δελτιώνω — ξαναπαντρεύομαι — αλάβαστρος — δεκαπέντε |
|||