|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φθινοπωριάτικος? — — ολμοβόλο — ωοζωοτόκος — επισωρευτικός — δασκαλική — καθεμέρα — αρρενοτοκία — εξοπλιστής — πνίγω — σπούργιτας — λιάζομαι — ανδρακλας — δομαλιστήριον — τρελοπαρέα — επιδημώ — ανακολπώνω — επίστεψη — χελωνάκι — πηδηχτά — χοιράδα — πάς — αστένακτος |
|||