Новогреческий словарь
υδρογονικός
υδρογονικός
водородный
;
~ή βόμβα — водородная бомба
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
водородный
? —
υδρογονικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
υδρογονικός
? — водородный
#
(ново)греческий словарь
—
λαγωνίκα
—
πολυκαιριά
—
αντικρύ
—
τεϊοπότις
—
υπέρογκος
—
μπρούντζινος
—
πριονάκι
—
κουβαριάζομαι
—
γκρυλώνω
—
χαρτοθήκη
—
ασκάλαβος
—
παραγωγικότητα
—
δεκαρολογώ
—
προβοσκιδωτά
—
ηλιοθεραπεία
—
χωρισμένος
—
μαχαιράκι
—
ξεκουτιάζω
—
ζαβολιάρης
—
κενό
—
μονοκύτταρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве