|
η закаливание (перен.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово закаливание? — σκληραγώγηση как с (ново)греческого переводится слово σκληραγώγηση? — закаливание — χωριουδάκι — σακκιά — κτίριο — παλαιοημερολογίτισσα — οποσονδήποτε — άπαστρος — βρωμερότητα — λεμφαδήν — φύρδην — πλευροκόπημα — δανείζομαι — ατμολουτήρας — συνταξιοδοτικός — μηχανική — σοδομιστής — πηδαλιουχούμενον — ξερατό — μπλάστρης — πανάθλιος — μεροκαματιάρισσα — εκτραχηλίζομαι |
|||